Η έκθεση του ΟΟΣΑ για τις περιβαλλοντικές επιδόσεις της Ελλάδας αποτυπώνει τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειώσει η χώρα, περιέχει όμως και σημεία στα οποία δεν τα πηγαίνουμε καλά.
Ως ευκαιρίες χαρακτηρίζει η έκθεση τους φιλόδοξους στόχους για τη σταδιακή απολιγνιτοποίηση και την αξιοποίηση του δυναμικού για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την πλούσια βιοποικιλότητα που παρέχει οικοσυστημικές υπηρεσίες και στηρίζει την οικονομία, τη χρηματοδότηση από την ΕΕ για περιβαλλοντικές υποδομές με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και την εθνική στρατηγική για την κυκλική οικονομία και το πρόγραμμα δράσης για τη διαχείριση των αποβλήτων σε υψηλότερα επίπεδα στην πυραμίδα ιεράρχησης των αποβλήτων.
Ως προκλήσεις, η έκθεση καταγράφει το ενεργειακό μίγμα, που είναι βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα, την κυριαρχία των οδικών μεταφορών και το γηραιός στόλο οχημάτων, την επικράτηση της υγειονομικής ταφής και τα περιθώρια βελτίωσης των υποδομών για τα απόβλητα, καθώς και τα υψηλά επίπεδα άντλησης γλυκών υδάτων, εξαιτίας των οποίων αναμένονται εντεινόμενες πιέσεις λόγω λειψυδρίας.
Ανάμεσα στα κυριότερα σημεία που πρέπει να βελτιωθούν είναι:
Ατμοσφαιρική ρύπανση
«Εξακολουθούν να καταγράφονται ατμοσφαιρικοί ρύποι στις αστικές περιοχές που υπερβαίνουν τα όρια που τίθενται από την νομοθεσία της ΕΕ, με σοβαρές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία. Η Ελλάδα υστερεί στην ανάπτυξη ενός εθνικού προγράμματος ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης», αναφέρει η έκθεση.
Αστικά απόβλητα
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, «το 80% των αστικών αποβλήτων καταλήγει σε χώρους υγειονομικής ταφής και είναι απίθανο να επιτευχθεί ο στόχος του 50% για την επαναχρησιμοποίηση - ανακύκλωση στην Ελλάδα έως το 2020. Στα μέσα του 2018, περισσότεροι από 50 χώροι διάθεσης αποβλήτων δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις της ΕΕ. Εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες ελλείψεις όσον αφορά τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων».
Νερό
Η Ελλάδα διαθέτει πλούσιους πόρους γλυκών υδάτων, ωστόσο αναμένεται να ενταθούν τα ζητήματα λειψυδρίας λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με την έκθεση, «παρατηρείται υπέρμετρη άντληση γλυκών υδάτων εξαιτίας της άρδευσης, η οποία ευνοείται από τη μερική ανάκτηση του κόστους, τις μειωμένες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και τις διαρροές στο σύστημα διανομής νερού. Προϋποθέσεις για βιώσιμη διαχείριση των υδάτων θα ήταν: οι τιμές να καλύπτουν το κόστος εφοδιασμού και να αντανακλούν την ανεπάρκεια των υδάτων, σε συνδυασμό με αποτελεσματικά γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα».
Γερασμένα οχήματα
«Ο στόλος οχημάτων στην Ελλάδα είναι από τους γηραιότερους στην Ευρώπη. Η οικονομική κρίση και τα μειωμένα τέλη κυκλοφορίας για παλαιότερα οχήματα αποτέλεσαν αντικίνητρα για την ανανέωσή του. Ο μέσος όρος ηλικίας των επιβατικών οχημάτων στην Ελλάδα είναι 15 χρόνια και των φορτηγών αυτοκινήτων 20 χρόνια», τονίζεται στην έκθεση.
Κλιματική αλλαγή
Αναφορικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα μας, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει: «Μέχρι το τέλος του αιώνα, η βροχή αναμένεται ότι θα μειωθεί μεταξύ 5% και 19% σε όλη την επικράτεια, ενώ η θερμοκρασία του αέρα προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 3 με 4,5 βαθμούς Κελσίου. Οι πρωταρχικοί συναφείς κίνδυνοι είναι η άνοδος της στάθμης των υδάτων και η έλλειψη γλυκών υδάτων. Χωρίς την ανάληψη δράσης, η κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ κατά 2% ετησίως έως το 2050 και να φθάσει έως και 6% το 2100. Η γεωργία είναι ένας από τους κλάδους που θα δεχθεί το σοβαρότερο πλήγμα, αλλά ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό και στις παράκτιες περιοχές θα επηρεάσει ιδιαίτερα τα έσοδα των νοικοκυριών και την οικονομία. Η χώρα έχει ενισχύσει το πλαίσιο πολιτικής για την προσαρμογή. Ωστόσο, η υλοποίηση είναι σε εξέλιξη. Δεδομένου ότι η αρμοδιότητα για την εκπόνηση σχεδίων δράσης ανήκει στις περιφέρειες, η ανάπτυξη ικανότητας και ο συντονισμός των διαφόρων επιπέδων διοίκησης είναι απαραίτητα στοιχεία για την εναρμόνιση των πολιτικών. Η προσαρμογή μελετάται σε ορισμένες στρατηγικές, αλλά θα πρέπει να παρακολουθείται η πρόοδος όσον αφορά την ύδρευση, τη γεωργία και τον τουρισμό».
Στην έκθεση σημειώνεται επίσης ότι «ακραία καιρικά φαινόμενα όπως κύματα καύσωνα, ξηρασία, πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές καταγράφονται συχνά. Οι δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2018 ήταν από τις φονικότερες στον κόσμο ως προς την απώλεια ανθρώπινων ζωών. Συνολικά, εκδηλώθηκαν 34 δασικές πυρκαγιές που έκαψαν 120.660 στρέμματα γης, εκ των οποίων 23.310 στρέμματα ανήκαν σε προστατευόμενες περιοχές Natura 2000. Το ελληνικό δίκτυο Natura ήταν, σε όρους έκτασης, το έκτο κατά σειρά μεταξύ αυτών που υπέστησαν το σοβαρότερο πλήγμα στην ΕΕ το 2018».